μαλής λειτουργίας του δικτύου. Οι υποχρεώσεις για την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων ή προδιαγραφών είναι σύμφωνες με τα πρότυπα και τις προδιαγραφές που ορίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 40 του παρόντος.
Άρθρο 52 Υποχρεώσεις ελέγχου τιμών και κοστολόγησης
Σε περίπτωση που από την ανάλυση της αγοράς προκύπτει ότι υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού με συνέπεια ένας φορέας εκμετάλλευσης να μπορεί να παρέχει υπηρεσίες σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές ή να συμπιέζει τις τιμές σε βάρος των τελικών χρηστών, ηΕ.Ε.Τ.Τ. μπορεί, με απόφασή της, να επιβάλλει υποχρεώσεις σχετικά με την ανάκτηση κόστους και ελέγχου τιμών, συμπεριλαμβανομένων υποχρεώσεων κοστοστρέφειας, καθώς και υποχρεώσεων σχετικών με τα συστήματα κοστολόγησης για την παροχή ειδικών τύπων διασύνδεσης ή/και πρόσβασης. Προκειμένου να ενθαρρύνει τις επενδύσεις του φορέα εκμετάλλευσης, μεταξύ άλλων και σε δίκτυα επόμενης γενιάς, ηΕ.Ε.Τ.Τ. κατά τη λήψη απόφασης λαμβάνει υπόψη την επένδυση του εν λόγω φορέα εκμετάλλευσης και επιτρέπει στο φορέα αυτόν έναν εύλογο συντελεστή απόδοσης επί ενός επαρκούς επενδεδυμένου κεφαλαίου, συνεκτιμώντας τους κινδύνους που σχετίζονται με το συγκεκριμένο επενδυτικό πλάνο δικτύου.
ΗΕ.Ε.Τ.Τ. εξασφαλίζει, ότι κάθε επιβαλλόμενος μηχανισμός ανάκτησης κόστους ή μέθοδος τιμολόγησης προάγει την οικονομική απόδοση, το βιώσιμο ανταγωνισμό, και μεγιστοποιεί το όφελος για τους καταναλωτές. ΗΕ.Ε.Τ.Τ. μπορεί επίσης να λαμβάνει υπόψη τις διαθέσιμες τιμές σε συγκρίσιμες ανταγωνιστικές αγορές.
Σε περίπτωση υποχρέωσης καθορισμού κοστοστρεφών τιμών, ο φορέας εκμετάλλευσης φέρει το βάρος της απόδειξης ότι τα τέλη υπολογίζονται με βάση το κόστος, συμπεριλαμβανομένου ενός εύλογου συντελεστή απόδοσης της επένδυσης.
Για τον υπολογισμό του κόστους αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών, ηΕ.Ε.Τ.Τ. μπορεί να χρησιμοποιεί διαφορετικά κοστολογικά πρότυπα από εκείνα που χρησιμοποιεί ο φορέας εκμετάλλευσης. ΗΕ.Ε.Τ.Τ. μπορεί να απαιτεί από τον φορέα εκμετάλλευσης να αιτιολογεί πλήρως τις τιμές του, και κατά περίπτωση να απαιτεί την προσαρμογή τους. Σε περίπτωση έλλειψης λεπτομερών δεδομένων για τον καθορισμό του κόστους, ηΕ.Ε.Τ.Τ. εφαρμόζει τη μέθοδο σύγκρισης τιμών (benchmarking), λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις διαθέσιμες τιμές σε συγκρίσιμες ανταγωνιστικές αγορές κρατών -μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η μη υποβολή στοιχείων ή η μη προσήκουσα αιτιολόγηση των τιμών από τον υπόχρεο ή η υπαίτια μη έγκαιρη υιοθέτηση από αυτόν τυχόν επιβαλλόμενων από την Ε.Ε.Τ.Τ. τιμών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση εφαρμογής των συγκεκριμένων τιμών σε χρόνο, που αρχικά έχει υποδείξει η Ε.Ε.Τ.Τ. σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Τα βασικά στοιχεία των εγκεκριμένων από την Ε.Ε.Τ.Τ. κοστολογικών συστημάτων, τα οποία πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις βασικές κατηγορίες κόστους και τους κανόνες για την κατανομή του, δημοσιεύονται στον ιστοχώρο της Ε.Ε.Τ.Τ. και του εκάστοτε υπόχρεου παρόχου.
Ο έλεγχος συμμόρφωσης με το εγκεκριμένο από την Ε.Ε.Τ.Τ. σύστημα κοστολόγησης ανατίθεται από αυτήν σε άλλον εξειδικευμένο φορέα, ιδιωτικό ή δημόσιο, ανεξάρτητο και από εκείνη και από τον υπόχρεο φορέα εκμετάλλευσης.
ΗΕ.Ε.Τ.Τ. δημοσιεύει ετησίως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως Δήλωση σχετικά με τη συμμόρφωση του υπόχρεου φορέα εκμετάλλευσης με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 53 Λειτουργικός διαχωρισμός
Όταν η E.E.T.T. καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι υποχρεώσεις των άρθρων 50, 51 και 52 του παρόντος απέτυχαν να εξασφαλίσουν αποτελεσματικό ανταγωνισμό και ότι υφίστανται σημαντικά προβλήματα ανταγωνισμού ή/και αποτυχίες της αγοράς όσον αφορά στη χονδρική παροχή ορισμένων αγορών προϊόντων πρόσβασης, μπορεί, ως εξαιρετικό μέτρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 47 του παρόντος, να επιβάλει την υποχρέωση σε καθετοποιημένες επιχειρήσεις να μεταθέσουν τις δραστηριότητες χονδρικής παροχής συναφών προϊόντων πρόσβασης σε επιχειρησιακή μονάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα.
Η εν λόγω επιχειρησιακή μονάδα προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων άλλων επιχειρησιακών μονάδων της μητρικής εταιρείας, στα ίδια χρονικά περιθώρια, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου τιμής και υπηρεσίας, και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών.
Όταν η Ε.Ε.Τ.Τ. πρόκειται να επιβάλει την υποχρέωση λειτουργικού διαχωρισμού, υποβάλλει αίτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία περιλαμβάνει:
α) τεκμηρίωση η οποία να αιτιολογεί το συμπέρασμά της, σύμφωνα με την παράγραφο 1,
β) τεκμηρίωση από την οποία να προκύπτει ότι οι προοπτικές για αποτελεσματικό και βιώσιμο ανταγωνισμό υποδομών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος είναι ελάχιστες ή ανύπαρκτες,
γ) ανάλυση της εκτιμώμενης επίπτωσης στην Ε.Ε.Τ.Τ., στην επιχείρηση και ιδίως στο προσωπικό της ανεξάρτητης επιχειρησιακής μονάδας, στο σύνολο του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στα κίνητρα για επενδύσεις στον τομέα αυτόν, δεδομένης της ανάγκης για διασφάλιση κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, σε άλλους ενδιαφερομένους, και ιδιαιτέρως της αναμενόμενης επίπτωσης στον ανταγωνισμό, καθώς και των ενδεχόμενων συνεπειών για τους καταναλωτές,
δ) ανάλυση των λόγων για τους οποίους η υποχρέωση αυτή αποτελεί το αποτελεσματικότερο ρυθμιστικό μέσο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του ανταγωνισμού και των αποτυχιών της αγοράς.
3. Το σχέδιο μέτρου περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) τον ακριβή χαρακτήρα και το επίπεδο του διαχωρισμού, προσδιορίζοντας ειδικά το νομικό καθεστώς της ανεξάρτητης επιχειρηματικής μονάδας,
β) προσδιορισμό των στοιχείων ενεργητικού της ανεξάρτητης επιχειρηματικής μονάδας, καθώς και τα προϊόντα ή υπηρεσίες που θα προμηθεύει,
γ) τις αναγκαίες οργανωτικές ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του προσωπικού που απασχολεί