Στην περίπτωση διασυνοριακής διαφοράς που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος ή άλλης ειδικής νομοθεσίας περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ επιχείρησης παροχής δικτύων ή / και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που έχει την έδρα της στην Ελληνική Επικράτεια και επιχείρησης που είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος -μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφαρμόζεται η διαδικασία των επόμενων παραγράφων 2, 3 και 4.
ΗΕ.Ε.Τ.Τ., εφόσον επιληφθεί της διαφοράς κατόπιν σχετικού αιτήματος ενός τουλάχιστον των μερών, συντονίζει τις προσπάθειές της με τις αντίστοιχες Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών -μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δύναται να ζητήσει τη γνώμη του BEREC προκειμένου να επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές του άρθρου
ΗΕ.Ε.Τ.Τ. στο πλαίσιο επίλυσης διασυνοριακής διαφοράς δύναται να ζητήσει από το BEREC να εκδώσει γνώμη ως προς τις ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν. Στην περίπτωση αυτή, ηΕ.Ε.Τ.Τ. αναμένει τη γνώμη του BEREC προτού προβεί σε ενέργειες για την επίλυση της διαφοράς, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των εμπλεκόμενων Ρυθμιστικών Αρχών να λάβουν επείγοντα μέτρα όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο. Η Ε.Ε.Τ.Τ. δύναται να επιβάλλει υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις στο πλαίσιο της επίλυσης διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που έχει εκδώσει ο BEREC.
ΗΕ.Ε.Τ.Τ. δύναται από κοινού με τις αντίστοιχες Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών -μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αρνείται την επίλυση διαφοράς, ενημερώνοντας άμεσα τα εμπλεκόμενα μέρη, αν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν αποτελεσματικότερα στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς. Στην περίπτωση αυτή, αν η διαφορά δεν έχει επιλυθεί μετά την παρέλευση τεσσάρων μηνών και δεν εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου, ηΕ.Ε.Τ.Τ. σε συνεργασία με τις αντίστοιχες Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων κρατών -μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιλαμβάνεται της διαφοράς κατόπιν αιτήματος ενός των μερών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που έχει εκδώσει ο BEREC.
Η διαδικασία που περιγράφεται στην παράγραφο 2 δεν στερεί από κανένα εμπλεκόμενο μέρος τη δυνατότητα να προσφύγει ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων.
Άρθρο 36 Διαιτησία
Συνιστάται στην Ε.Ε.Τ.Τ. θεσμός μόνιμης διαιτησίας για την επίλυση των διαφορών που αναφύονται μεταξύ επιχειρήσεων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή μεταξύ αυτών και του Δημοσίου ή χρηστών και άπτονται της εφαρμογής της νομοθεσίας περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή των κανόνων του ανταγωνισμού στον τομέα αυτό.
Στη μόνιμη διαιτησία της Ε.Ε.Τ.Τ. υπάγονται ιδίως οι παρακάτω διαφορές, που ανακύπτουν:
α) Από την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως πρόσβαση, διασύνδεση, πρόσβαση στον τοπικό βρόχο, συνεγκατάσταση.
β) Από την εγκατάσταση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως κατά την πρόσβαση ή / και διέλευση σε ή και μέσω δημοσίων πραγμάτων ή και κοινόχρηστων χώρων ή / και ιδιοκτησίας τρίτων.
γ) Από την εγκατάσταση και λειτουργία κατασκευών κεραιών και τερματικού εξοπλισμού.
δ) Από την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και της προστασίας του καταναλωτή στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στο μέτρο που το αντικείμενο της διαφοράς υπόκειται στην εξουσία διάθεσης των ενδιαφερομένων.
Στη μόνιμη διαιτησία της Ε.Ε.Τ.Τ. μπορεί να προσφύγει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ενώσεις προσώπων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα.
Για να υπαχθούν οι διαφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στη διαιτησία της Ε.Ε.Τ.Τ. απαιτείται είτε προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των ενδιαφερομένων είτε αίτηση υπαγωγής του ενός μέρους και ρητή έγγραφη αποδοχή από το άλλο.
Σε περίπτωση έγγραφης συμφωνίας, στο έγγραφο προσδιορίζεται η διαφορά ή οι διαφορές που τα μέρη επιθυμούν να υπαγάγουν στη διαιτησία. Στο έγγραφο αυτό οι συμβαλλόμενοι μπορούν να καθορίζουν ορισμένες συμβάσεις ή έννομες σχέσεις και να συμφωνούν ότι όσες διαφορές προκύπτουν κατά την εφαρμογή τους υπάγονται στη διαιτησία αυτή, καθώς και ειδικότερες συμφωνίες τους για θέματα διαδικασίας, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Οι διαιτητές εφαρμόζουν το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο και, αν πρόκειται για διεθνείς διαφορές ιδιωτικού δικαίου, το εφαρμοστέο δίκαιο κρίνεται κατά τις διατάξεις του ισχύοντος στην Ελλάδα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.
Η Ολομέλεια της Ε.Ε.Τ.Τ. ορίζει επιτροπή που είναι αρμόδια για το διορισμό των διαιτητών ή επιδιαιτητών, την αντικατάστασή τους σε περίπτωση θανάτου, αρνήσεως, κωλύματος ή ανάκλησής τους, τον προσδιορισμό των εξόδων, καθώς και για κάθε άλλο θέμα της διαιτησίας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Η Επιτροπή είναι τριμελής και αποτελείται από τον Πρόεδρο ή τον αναπληρωτή του και δύο τακτικά μέλη με ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι τριετής και λήγει αυτοδίκαια σε περίπτωση λήξης της θητείας τους ως μέλη της Ε.Ε.Τ.Τ..
Όπου, στο παρόν άρθρο, γίνεται λόγος για τριμελή Επιτροπή, νοείται η προβλεπόμενη από την παράγραφο 7 του άρθρου αυτού.
Καθήκοντα γραμματέα σε κάθε διαιτησία αναλαμβάνει υπάλληλος της Ε.Ε.Τ.Τ., που ορίζεται από τον Πρόεδρο της Ε.Ε.Τ.Τ. ή τον αναπληρωτή του, ύστερα από αίτημα της τριμελούς Επιτροπής.
Ο γραμματέας τηρεί τα πρακτικά της διαιτησίας και όλα τα διαδικαστικά έγγραφα, τηρεί το βιβλίο του πρωτοκόλλου, το βιβλίο δημοσίευσης των εκδιδόμενων διαιτητικών αποφάσεων, το συνολικό αρχείο και τα πρωτότυπα των αποφάσεων της τριμελούς Επιτροπής και του Προέδρου της Ολομέλειας της Ε.Ε.Τ.Τ. και γενικά κάνει ό,τι είναι αναγκαίο για τη διεκπεραίωση του έργου της Γραμματείας της μόνιμης διαιτησίας, φροντίζοντας ιδιαίτερα για την κίνηση της διαδικασίας διαιτησίας και την τήρηση των προθεσμιών.
Ο γραμματέας είναι υπεύθυνος για τη φύλαξη των εγγράφων που παραδίδονται από τους συμβαλλόμενους για τη διεξαγωγή της διαιτησίας και το σχηματισμό του φακέλου της υπόθεσης.